Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Colchicum soboliferum

Αττική, 30/1/2015


To Colchicum soboliferum (Fisch. & A. Mey.) Stef. είναι ένα κολχικό με περίεργη και περιορισμένη κατανομή στην Ελλάδα. Η παγκόσμια εξάπλωσή του περιλαμβάνει το ανατολικό κομμάτι της βαλκανικής χερσονήσου και εκτείνεται μέχρι το Αφγανιστάν και το Τουρκμενιστάν. Στη χώρα μας, όπου και το δυτικότερο όριο εξάπλωσής του (μαζί με τη ΠΓΔΜ), έχει σποραδικές εμφανίσεις στους νομούς Αττικής, Λέσβου, Θεσσαλονίκης και στις λίμνες Βεγορίτιδα και Πετρών.

Φύεται σε υγρές τοποθεσίες: δίπλα σε πηγές, ποταμούς και λίμνες, σε αμμώδη, αργιλώδη ή χλοερά λιβάδια. Ανθίζει προς το τέλος του χειμώνα, κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο σε χαμηλά υψόμετρα ή στις αρχές της άνοιξης, σε μεγαλύτερα υψόμετρα, που μπορεί να φτάσουν μέχρι τα 700 μ. Η ανθοφορία του συμβαίνει ταυτόχρονα με την έκπτυξη τριών, συνήθως, φύλλων.




Το είδος μπορεί να πολλαπλασιάζεται αγενώς, λόγω της ύπαρξης προεκβολών στο ρίζωμά του. Έτσι, σε ευνοϊκές συνθήκες, είναι δυνατό να δημιουργήσει εύκολα μεγάλους πληθυσμούς. Παρόλα αυτά, οι βιότοποι που προτιμά είναι ευάλωτοι και οποιαδήποτε αλλαγή, πχ στη ροή κάποιου ποταμού, στην επέκταση γεωργικών καλλιεργειών ή στην γεωργική εκμετάλλευση των εκτάσεων στις οποίες φύεται το κολχικό, μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην εξάπλωση του είδους. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την περιορισμένη συνολική εξάπλωσή του στην Ελλάδα, το καθιστά «Τρωτό» για τη χώρα μας, σύμφωνα με το Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων και Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας.  

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Iris pumila ssp. attica

Λαύριο, 26/2/2012

Η Iris pumila ssp. attica (Boiss. & Heldr.) K. Richt. περιγράφηκε από την Στερεά Ελλάδα, όπου βρίσκεται σε αφθονία, αλλά απαντά και σε άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας μας, όπως επίσης και στις γειτονικές πρώην Γιουγκοσλαβία και Τουρκία.

Προτιμά ανοιχτές βραχώδεις θέσεις σε ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, ενώ έχει αναφερθεί για υψόμετρα από πολύ κοντά στο επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 2100 μ. Η ανθοφορία της ξεκινά από το Φεβρουάριο και μπορεί να διαρκέσει μέχρι το Μάιο, ανάλογα με το υψόμετρο.

Ακολουθούν τα πολλά χρώματα της ίριδας!









Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Crocus sieberi ssp. atticus

Πεντέλη, 25/2/2012


O Crocus sieberi ssp. atticus (Boiss. & Orph.) B. Mathew είναι ένας ενδημικός κρόκος της Ελλάδας και η εξάπλωσή του περιορίζεται στην Αττική, τη Ν. Εύβοια και την Άνδρο. Τοπικά είναι κοινός, όπως για παράδειγμα στα όρη Πεντέλη και Πάρνηθα από όπου, μαζί με το όρος Δίρφυ, πρωτοπεριγράφηκε. Φύεται σε βραχώδεις πλαγιές και ανοιχτά δάση κωνοφόρων, από τα 400 έως τα 1350 μ. Η ανθοφορία του διαρκεί από τον Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο.

Η ταξινόμηση του κρόκου αυτού έγινε αντικείμενο αμφισβήτησης και παραμένει νεφελώδης μέχρι και σήμερα. Αρχικά περιγράφτηκε ως ξεχωριστό είδος,  C. atticus, ενώ αργότερα συμπεριλήφθηκε στο είδος C. sieberi ως υποείδος του. Πρόσφατα δεδομένα που προέκυψαν από μεθόδους χημειοταξινόμησης, όμως, υποδεικνύουν ότι δεν ομαδοποιείται με τα υπόλοιπα υποείδη του είδους C.  sieberi.  Θα πρέπει λοιπόν να μελετηθεί εκ νέου η περίπτωση του συγκεκριμένου κρόκου, για να διαπιστωθεί εάν αποτελεί διακριτό είδος.

Συμπεριλαμβάνεται στα Άλλα Σημαντικά Είδη Φυτών του Δικτύου "ΦΥΣΗ 2000".

Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Fritillaria obliqua ssp. obliqua

Σχοινιάς, 25/2/2012

Η Fritillaria obliqua Ker-Gawler ssp. obliqua με τα σκούρα άνθη και το γλυκό άρωμά της μοιάζει να πενθεί το χειμώνα που φεύγει. Ίσως γι’ αυτό κάποτε της δόθηκε το όνομα tristis, δηλαδή η θλιμμένη. Πρόκειται για ένα από τα πιο ιδιαίτερα και σπάνια αγριολούλουδα της Αττικής.

Είναι ενδημική της Α. Στερεάς και απαντά στην περιοχή του Σχοινιά και τα όρη Πεντέλη, Πάρνηθα, Τουρκοβούνια και Μερέντα της Αττικής και τα όρη Όλυμπος και Οχθωνιά της Κ. Εύβοιας. Το έτερο υποείδος tuntasia ενδημεί στις Δ. Κυκλάδες (Γυάρος, Κύθνος, Σέριφος). Φύεται από το επίπεδο της θάλασσας, έως τα 1000 μ. περίπου, σε ασβεστολιθικά βραχώδη ή πετρώδη εδάφη, φρύγανα, αραιή θαμνώδη βλάστηση ή παρυφές δασών Pinus halepensis. Ανθίζει από τέλη Φεβρουαρίου έως αρχές Απριλίου, ανάλογα με το υψόμετρο.

Η συνολική έκταση που καταλαμβάνει είναι μικρή, κατακερματισμένη και επιπλέον είναι κοντά ή μέσα σε περιοχές όπου παρατηρείται έντονη ανθρώπινη δρατηριότητα. Ως εκ τούτου, οι πληθυσμοί της απειλούνται από οικοδομικά έργα, βόσκηση, πυρκαγιές, απόθεση απορριμμάτων, αλλά και ανεξέλεγκτη συλλογή και έτσι το μέγεθός τους και ο αριθμός των ώριμων ατόμων μέσα σε αυτούς συνεχώς μειώνονται. Για το λόγο αυτό η μαύρη φριτιλλάρια συμπεριλαμβάνεται σε όλους σχεδόν τους καταλόγους απειλούμενων ειδών και προστατεύεται σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, όμως, μέχρι τώρα. 

Συγκεκριμένα, προστατεύεται από την Οδηγία 92/43, την Σύμβασης της Βέρνης για την Προστασία της Άγριας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος, το ΠΔ 67/81 του Ελληνικού κράτους, ενώ συμπεριλαμβάνεται και στα δύο Βιβλία Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων και Απειλούμενων Ειδών που έχουν βγει για την Ελλάδα, όπου χαρακτηρίζεται ως «Σχεδόν Απειλούμενο», στον Κόκκινο Κατάλογο Απειλούμενων Ειδών της Παγκόσμιας Ένωσης Προστασίας της Φύσης ως «Κινδυνεύον», στον Παγκόσμιο Κατάλογο Ειδών που χρήζουν Προστασίας του Ο.Η.Ε. και στα Άλλα Σημαντικά Είδη Φυτών του δικτύου «ΦΥΣΗ 2000».